plaideur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | plaideur | plaideurs |
θηλυκό | plaideuse | plaideuses |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
plaideur (fr)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη plaider