présidentiable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
présidentiable présidentiables

Επίθετο

[επεξεργασία]

présidentiable (fr) αρσενικό ή θηλυκό