premio
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | premio | premioj |
αιτιατική | premion | premiojn |
premio (eo)
- το βραβείο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | premio | premioj |
αιτιατική | premion | premiojn |
premio (eo)