prendre les commandes

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

prendre les commandes → δείτε τις λέξεις prendre και commande

Ρηματική έκφραση[επεξεργασία]

prendre les commandes (fr)

  1. παίρνω τις παραγγελίες, παίρνω παραγγελία (π.χ ως σερβιτόρος σε ένα εστιατόριο)
  2. διευθύνω επιχείρηση
  3. πιλοτάρω