prevention
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pɹɪˈvɛnʃən/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
prevention | preventions |
prevention (en)