prezkonkuro
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | prezkonkuro | prezkonkuroj |
αιτιατική | prezkonkuron | prezkonkurojn |
prezkonkuro (eo)