probabilité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
probabilité | probabilités |
probabilité (fr) θηλυκό
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη probable