probable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | probable |
συγκριτικός | more probable |
υπερθετικός | most probable |
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈprɒb.ə.bəl/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ˈprɑː.bə.bəl/ (ΗΠΑ)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : prob‐a‐ble
Επίθετο[επεξεργασία]
probable (en)
- ο πιθανός
- που είναι πιθανόν να συμβεί
- (παρωχημένο) που είναι ικανός να αποδειχθεί
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
probable | probables |
probable (en)
- κάτι που είναι πιθανό
- (για άτομα) που είναι πιθανόν να εμφανιστεί κάπου ή να κάνει κάτι συγκεκριμένο
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
probable | probables |
probable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
[επεξεργασία]
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
probable (eo)
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αμερικανικά αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επίθετα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Παρωχημένοι όροι (αγγλικά)
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Επίθετα (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Γλώσσα εσπεράντο
- Επιρρήματα (εσπεράντο)
- Αντίστροφο λεξικό (εσπεράντο)