punktokomo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

punktokomo < punkto + komo

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική punktokomo punktokomoj
αιτιατική punktokomon punktokomojn

punktokomo (eo)

  • στις λατινικές γλώσσες, η άνω τελεία (« ; »)