quasi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
quasi | quasis |
quasi (fr) αρσενικό
- μοσχαρίσιο κρέας (μπούτι)
Επίρρημα[επεξεργασία]
quasi (fr)
[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
quasi (it)