rédacteur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]| γένος | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| αρσενικό | rédacteur | rédacteurs |
| θηλυκό | rédactrice | rédactrices |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]rédacteur (fr) αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη rédiger
| γένος | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| αρσενικό | rédacteur | rédacteurs |
| θηλυκό | rédactrice | rédactrices |
rédacteur (fr) αρσενικό