recognize
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | recognize |
γ΄ ενικό ενεστώτα | recognizes |
αόριστος | recognized |
παθητική μετοχή | recognized |
ενεργητική μετοχή | recognizing |
Ρήμα
[επεξεργασία]recognize (en)