regado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | regado | regadoj |
αιτιατική | regadon | regadojn |
regado (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | regado | regadoj |
αιτιατική | regadon | regadojn |
regado (eo)