regenerate

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας regenerate
γ΄ ενικό ενεστώτα regenerates
αόριστος regenerated
παθητική μετοχή regenerated
ενεργητική μετοχή regenerating

Ρήμα[επεξεργασία]

regenerate (en)

Πηγές[επεξεργασία]