Μετάβαση στο περιεχόμενο

renom

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
renom renoms

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  •  δείτε τη λέξη renommer