revalidation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- revalidation < re- + validation
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
revalidation | revalidations |
revalidation (en)