réserver
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
réserver (fr)
- πιάνω, κρατώ, κλείνω θέση (σε θέατρο, ...)
- on a réservé une table au restaurant - κρατήσαμε ένα τραπέζι στο εστιατόριο
- επιφυλάσσω
- il lui réserve une surprise - του επιφυλάσσει μια έκπληξη