salt
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
salt | salts |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
salt (en)
Υπώνυμα[επεξεργασία]
- (χημεία) soda
ενικός | πληθυντικός |
salt | salts |
salt (en)