she-wolf
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
she-wolf | she-wolves |
Ετυμολογία en
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]she-wolf (en)
- (θηλαστικό ζώο) η λύκαινα
ενικός | πληθυντικός |
she-wolf | she-wolves |
she-wolf (en)