shrug your shoulders

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Έκφραση[επεξεργασία]

shrug your shoulders, shrug one's shoulders
σηκώνω τους ώμους

  1. δεν γνωρίζω κάτι
    • εγκαταλείπω προσπάθεια
  2. αδιαφορώ για κάτι
  3. αδυνατώ να κάνω κάτι