silicate

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
silicate < silice

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
silicate silicates

silicate (fr) αρσενικό