Μετάβαση στο περιεχόμενο

silkworm

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
silkworm silkworms

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
silkworm < silk + worm

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

silkworm (en)