simpático
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | simpático | simpáticos |
θηλυκό | simpática | simpáticas |
Επίθετο
[επεξεργασία]simpático (es)
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | simpático | simpáticos |
θηλυκό | simpática | simpáticas |
Επίθετο
[επεξεργασία]simpático (pt)