skajpa

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

skajpa < Skajp- + -a

Επίθετο[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική skajpa skajpaj
αιτιατική skajpan skajpajn

skajpa (eo)

  1. που γίνεται μέσω του λογισμικού Skype
    skajpa konferenco - συνεδρίαση μέσω Skype