Μετάβαση στο περιεχόμενο

snowball

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
snowball snowballs

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
snowball < snow + ball

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

snowball (en)