soccer player
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
soccer player | soccer players |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]- (αμερικανικά αγγλικά) ο ποδοσφαιριστής
- ⮡ The soccer player put the ball in the net.
- Ο ποδοσφαιριστής έβαλε την μπάλα στα δίχτυα.
- ⮡ He is a very bad soccer player, he never shoots.
- Είναι κάκιστος ποδοσφαιριστής, δεν σουτάρει ποτέ.
- ⮡ The soccer player put the ball in the net.
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη footballer (βρετανικά αγγλικά)