sojo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός |
---|---|
ονομαστική | sojo |
αιτιατική | sojon |
sojo (eo)
- η σόγια
πτώση | ενικός |
---|---|
ονομαστική | sojo |
αιτιατική | sojon |
sojo (eo)