spider
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
spider | spiders |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]spider (en)
- η αράχνη
- ⮡ spiders spinning their web - αράχνες που υφαίνουν τον ιστό τους
ενικός | πληθυντικός |
spider | spiders |
spider (en)