spine
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
spine | spines |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]spine (en)
- (ανατομία) η σπονδυλική στήλη
- η ράχη ενός βιβλίου
- ⮡ the spine of a book - η ράχη ενός βιβλίου
- το αγκάθι, μυτερή απόφυση όπως βελόνες σε ορισμένα φυτά και ζώα
- (νευρολογία) η δενδράκανθα