spirit
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
spirit (en)
- πνεύμα
- οινόπνευμα
- διπλής ή πολλαπλής απόσταξης αλκοολούχο ποτό, βαρύ ποτό
- ούζο, brandy, whisky, gin, rum κτλ.