stand down
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
stand down (en)
- παραιτούμαι
- χαλαρώνω το επίπεδο ετοιμότητας για επίθεση ή επιβολή τάξης
- αναπαύομαι, ξεκουράζομαι
stand down (en)