statuaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
statuaire | statuaires |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- statuaire < λατινική statuarius
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]statuaire (fr) αρσενικό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]statuaire (fr) θηλυκό
Επίθετο
[επεξεργασία]statuaire (fr)