structural
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | structural | structuraux |
θηλυκό | structurale | structurales |
Επίθετο
[επεξεργασία]structural (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | structural | structuraux |
θηλυκό | structurale | structurales |
structural (fr)