survêtement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /syʁ.vɛt.mɑ̃/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
survêtement survêtements

survêtement (fr) αρσενικό