téléski
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
téléski | téléskis |
téléski (fr) αρσενικό
- το τελεσκί
ενικός | πληθυντικός |
téléski | téléskis |
téléski (fr) αρσενικό