tanneur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tanneur | tanneurs |
θηλυκό | tanneuse | tanneuses |
tanneur (fr) αρσενικό
- ο βυρσοδέψης, ο ταμπάκης