tar
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- tar < αρχαίο αγγλικό teru
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]tar (en)
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]tar (en)
- (πληροφορική) πρόγραμμα για λήψη αντιγράφων αρχείων που χρησιμοποιείται στο UNIX
- (πληροφορική) το αρχείο που παράγεται από ένα τέτοιο πρόγραμμα