tease out

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας tease out
γ΄ ενικό ενεστώτα teases out
αόριστος teased out
παθητική μετοχή teased out
ενεργητική μετοχή teasing out

Ρήμα[επεξεργασία]

tease out (en)

  1. ξεμπλέκω κόμπο, μπλεγμένα νήματα, λύνω πλεξούδες κτλ.
  2. (μεταφορικά) για δύσκολο πρόβλημα: ανακαλύπτω/αποκαλύπτω τί ισχύει
  3. (μεταφορικά) για πληροφορία: εκμαιεύω