tente
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tente | tentes |
tente (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : tenté |
ενικός | πληθυντικός |
tente | tentes |
tente (fr) θηλυκό