Μετάβαση στο περιεχόμενο

title

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
title titles

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

title (en)

  • ο τίτλος
    παράδειγμα  The book has a different title this time.
    Το βιβλίο έχει ένα διαφορετικό τίτλο αυτήν τη φορά.
    παράδειγμα  What is the title of the chapter?
    Ποιος είναι ο τίτλος του κεφαλαίου;