toksiĝemulo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | toksiĝemulo | toksiĝemuloj |
αιτιατική | toksiĝemulon | toksiĝemulojn |
toksiĝemulo (eo)