traité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
traité | traités |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]traité (fr) αρσενικό
- (πολιτική) το σύμφωνο, η συνθήκη
- η πραγματεία
ενικός | πληθυντικός |
traité | traités |
traité (fr) αρσενικό