transat

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
transat transats

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

transat (fr) αρσενικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

chaise longue