transpositeur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό transpositeur transpositeurs
θηλυκό transpositrice transpositrices

Επίθετο[επεξεργασία]

transpositeur (fr)

Εκφράσεις[επεξεργασία]

  • instrument transpositeur: μουσικό όργανο που επιτρέπει την εύκολη μετακίνηση μιας μελωδίας σε άλλο τόνο