tribal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tribal | tribals |
θηλυκό | tribale | tribales |
Επίθετο[επεξεργασία]
tribal (fr)
- σχετικός με τη φυλή
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tribal | tribals |
θηλυκό | tribale | tribales |
tribal (fr)