Μετάβαση στο περιεχόμενο

troll

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
troll trolls

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

troll (en)



      ενικός         πληθυντικός  
troll trolls

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

troll (fr) αρσενικό