Μετάβαση στο περιεχόμενο

tuck into

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας tuck into
γ΄ ενικό ενεστώτα tucks into
αόριστος tucked into
παθητική μετοχή tucked into
ενεργητική μετοχή tucking into

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
tuck into <  δείτε τις λέξεις tuck και into

tuck into (en)