umpire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
umpire (en)
- (αθλητισμός) o διαιτητής σε διάφορα αθλήματα (τένις, κρίκετ, μπέιμπολ)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
Ο όρος referee δηλώνει το διαιτητή που κινείται σε όλο τον αγωνιστικό χώρο, ενώ ο όρος umpire αυτόν που στέκεται σε ένα μέρος.
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- empire (αυτοκρατορία)