une fois

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
une fois → δείτε τις λέξεις une και fois

Επιρρηματική έκφραση

[επεξεργασία]

une fois (fr)

  1. άπαξ, μία και μόνο φορά
    il faut cliquer une fois - πρέπει να κάνετε κλικ μια φορά
  2. κάποτε, άλλοτε
    je l'ai vu une fois mais je ne lui ai pas parlé - τον είδα κάποτε αλλά δεν του μίλησα
     συνώνυμα: autrefois