uso
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βασκικά (eu)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
uso (eu)
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
uso | usos |
uso (pt) αρσενικό
- η χρήση